Ένας μικρός πέτρινος μύλος εξελίχθηκε σε μια από τις πιο δυναμικές ελληνικές οικογενειακές επιχειρήσεις

image010

Επωνυμία της οικογενειακή επιχείρηση 

Μύλοι Λούλη Α.Ε.

Κλάδος δραστηριοποίησης και μέγεθος εταιρείας 

Βιομηχανία αλευροποιίας - Η εταιρεία απασχολεί 350 άτομα

Ανάγκη/προβλήματα/πρόκληση που αντιμετωπίζεται 

Διαδοχή

Χώρα

Ελλάδα

Πηγή

https://www.loulismills.gr

Σύνδεσμος για περισσότερες πληροφορίες  

Το 1782, ο Ζώης Λούλης έθεσε το θεμέλιο λίθο ιδρύοντας έναν πέτρινο μύλο στην Αετοράχη των Ιωαννίνων. Η επόμενη γενιά, με επικεφαλής τον γιο του Ιωάννη Λούλη, επέκτεινε τις επιχειρηματικές και φιλανθρωπικές δράσεις και έγινε σημαντικός ευεργέτης της περιοχής. Μετά το θάνατο του Ιωάννη το 1870, μεταβίβασε με σύνεση όλη την περιουσία του στο Κληροδότημα Λούλη, το οποίο διατηρεί την κληρονομιά της οικογένειας στα Ιωάννινα και χρησιμοποιεί τα έσοδά του σε κοινωφελείς δράσεις στην περιοχή.

Το 1898, ο Χρήστος Θ. Λούλης αναγνώρισε τις δυνατότητες ανάπτυξης στο Βόλου (λιμάνι) και το όραμά του για εκβιομηχάνιση και πρόοδο κορυφώθηκε με την κατασκευή ενός νέου εργοστασίου και την ίδρυση του κυλινδρόμυλου Αδελφοί Λούλη - Ν. Χατζηνίκου & ΣΙΑ το 1914.

Η οικογένεια εισήγαγε τον πρώτο μύλο σιμιγδαλιού στην Ελλάδα, προκαλώντας επανάσταση στον κλάδο. Στη συνέχεια, ο Γεώργιος Λούλης και αργότερα, το 1961, ο Νικόλαος Κ. Λούλης, ο παππούς του σημερινού προέδρου Νίκου Λούλη, ανέλαβαν τη διοίκηση της εταιρείας, εγκαινιάζοντας μια περίοδο ραγδαίας ανάπτυξης. Το 1975 ο Νικόλαος Λούλης πέθανε πριν από τα 50α γενέθλιά του. Η διοίκηση πέρασε στη σύζυγό του Εύη Λούλη, ενώ ο νεαρός Κωνσταντίνος Λούλης, ο οποίος μόλις είχε αποφοιτήσει ως μηχανολόγος μηχανικός στην Ελβετία σε ηλικία 20 ετών, ανέλαβε το ρόλο του διευθύνοντος συμβούλου.

Ο Κωνσταντίνος Λούλης δεν έχασε χρόνο για να ξεκινήσει μια νέα εποχή, εγκαινιάζοντας ένα υπερσύγχρονο μύλο με ημερήσια δυναμικότητα 180 τόνων στη βιομηχανική περιοχή του Βόλου το 1978, μετά από εκτεταμένες τεχνολογικές επενδύσεις. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η εταιρεία διεύρυνε τους ορίζοντές της και επιχείρησε να δραστηριοποιηθεί στις εξαγωγικές αγορές της Ανατολής και της Αφρικής. Μέχρι το 1988, η "Κυλινδρόμυλος Λούλης" είχε ανεβάσει την εταιρεία από τη 12η θέση το 1978 στη ζηλευτή 2η θέση της ελληνικής αλευροβιομηχανίας.

Η επέκταση της εταιρείας συνεχίστηκε το 1993 με την ίδρυση υποκαταστήματος στη Μακεδονία, με έδρα το Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, και την εξαγορά του μύλου Σιμιτζή στην Καβάλα το 1995. Η εξαγορά του 52% των μετοχών της "Μύλοι Α.Ε. Γεωργίου"," ενός σημαντικού ανταγωνιστή του κλάδου, και η περαιτέρω επέκταση στα Βαλκάνια σηματοδότησε ένα νέο κεφάλαιο, με αποκορύφωμα τη μετονομασία της εταιρείας σε "Μύλοι Λούλη".

Η δέσμευση για επενδύσεις παρέμεινε ακλόνητη, όπως αποδεικνύεται από την αντικατάσταση του μύλου με μια νέα μονάδα στις 7 Νοεμβρίου 2012. Παράλληλα, η γκάμα των προϊόντων της εταιρείας διευρύνθηκε σημαντικά. Το 2015, η "Μύλοι Λούλη" εξαγόρασε την ελληνική εταιρεία Kenfood, η οποία ειδικεύεται στις πρώτες ύλες αρτοποιίας, εδραιώνοντας έτσι τη θέση της και συνεχίζοντας την επιτυχημένη πορεία της ως οικογενειακή επιχείρηση. Η ιστορία αυτή υπογραμμίζει την καθοριστική σημασία ενός καλά δομημένου σχεδίου διαδοχής για τη διατήρηση και την περαιτέρω ανάπτυξη μιας οικογενειακής κληρονομιάς.